-
1 радиус
радиус м η ακτίνα, η αχτίδα" \радиус действия η ακτίνα δράσης* * *мη ακτίνα, η αχτίδαра́диус де́йствия — η ακτίνα δράσης
-
2 радиус
радиусм ἡ ἀκτίς, ἡ ἀκτίνα:\радиус круга ἡ ἀκτίς τοῦ κύκλου· \радиус действия ἡ ἀκτίνα δράσης. -
3 радиус
-а α.1. (μαθ.) ακτίνα.2. μτφ. τομέας, σφαίρα, έκταση•радиус действия ακτίνα δράσης.
-
4 действие
1. (деятельность, работа, функционирование) η λειτουργί/αη ενέργεια, η δράσηη κίνηση, η πράξηнаходиться в - и βρίσκομαι σε κίνηση/λειτουργία- рычага η μόχλωση, η μόχλευση2. (результат, эффект) η επίδραση, το αποτέλεσμαответное - η ανταπόκριση, η αντίδρασηотравляющее - η δηλητηρίαση, η τοξική παρενέργειαпоражающее - βλαβερή -, η προσβολή, разрушающее - καταστρεπτική -, разъедающее - διαβρωτική -, - силы тяжести - της δύναμης της βαρύτητας, тепловое - θερμική -ударное - της κρούσης, η κρούση3. (функционирование) η λειτουργία, η απόδοση, η επίδοση 4. мат. η πράξη 5. (поступок) η πράξη 6. (договора, соглашения) η ισχύςРусско-греческий словарь научных и технических терминов > действие
-
5 действие
действ||иес1. (деятельность, работа) ἡ δράση [-ις], ἡ πράξη [-ις], ἡ ἐνέργεια / ἡ κίνηση [-ις], ἡ λειτουργία μηχανής (машины, аппарата и т. п.):приводить в \действие θέτω σέ κίνηση· находиться в \действиеии βρίσκομαι σέ κίνηση, βρίσκομαι ἐν λειτουργία· радиус \действиеия ἡ ἀκτίνα δράσης· бо́мба замедленного \действиеия ἡ ἐγκαιροφλε-γής βόμβα·2. (поступок) чаще мн, \действиеия οἱ πράξεις:образ \действиеий ὁ τρόπος ἐνέργειας· самовольные \действиеия οἱ αὐθαίρετες πράξεις· свобода \действиени́ ἡ ἐλευθερία δράσης·3. (договора, соглашения) ἡ ἰσχύς:вводить в \действие θέτω σέ ἰσχύ· обратное \действие закона юр ἡ ἀναδρομική ἰσχύς τοῦ νόμου·4. (воздействие, влияние) ἡ ἐπίδραση [-ις], ἡ ἐπιρροή, ἡ ἐνέργεια:благотворное \действие ἡ εὐεργετική ἐπίδραση· оказывать \действие на кого-л., на что-л. ἐπιδρώ, ἀσκῶ ἐπίδραση· под \действиеием ὑπό τήν ἐπίδραση·5. (события в пьесе, в рассказе) ἡ ὑπόθε-σπ [-ις], ἡ δράση [-ις]:\действие повести ἡ ὑπόθεση τοῦ διηγήματος·6. театр., мат ἡ πράξη [-ις]:комедия в трех \действиеиях κωμωδία σέ (είς) τρείς πράξεις· четыре арифметических \действиеия οἱ τέσσαρες πράξεις τής ἀριθμητικής· ◊ военные \действиеия οἱ πολεμικές ἐπιχειρήσεις, οἱ ἐχθροπραξίες. -
6 действие
-я ουδ.1. δράση, ενέργεια, πράξη•план -я σχέδιο δράσης•
действие равно противодействию η δράση είναι ίση προς την αντίδραση•
математика в -и τα μαθηματικά στην πράξη•
радиус -я ακτίνα δράσης•
самовольные -я αυθαίρετες ενέργειες (πράξεις).
πλθ. -я (στρατ.) επιχειρήσεις•военные -я πολεμικές επιχειρήσεις.
2. λειτουργία, ενέργεια, δου-λιά, εργασία•быть ή находиться в -и λειτουργώ, δουλεύω•
привести машину в действие βάζω εμπρός τη μηχανή.
|| εφαρμογή στην πράξη, ισχύς•продлить действие договора παρατείνω την ισχύ της συμφωνίας•
вести указ в действие εφαρμόζω τις οδηγίες στην πράξη•
закон обратного -я не имеет ο νόμος δεν έχει αναδρομική ισχύ•
входить в действие μπαίνω σε ισχύ, ισχύω.
3. επίδραση, επενέργεια, επιρροή, επίρροια•мина ή бомба замедленного -я νάρκη, βόμβα ωρολογιακή•
магнитное действие тока η μαγνητική επίδρααη του ρεύματος•
химическое действие χημική επίδραση•
бомба фугасного -я βόμβα εκρηκτική•
благотворное действие ευεργετική επίδραση•
удушающее действие αποπνικτική (ασφυκτική) επίδραση•
не оказывает никакого -я δεν επιδρά καθόλου!•
разрушающее действие καταστρεπτική επίδραση•
под -ем κάτω από την επίδραση.
4. υπόθεση, δράση, θέμα λογοτεχνικού έργου•5. πράξη (θεατρικού έργου)•пьеса в трех -ях θεατρικό έργο σε τρεις πράξεις.
6. πράξη (αριθμητική)•четыре -я арифметики οι τέσσερις πράξεις της αριθμητικής.